σύγκλητος

σύγκλητος
Νομοθετικό και διοικητικό σώμα διάφορων πολιτειών και κυρίως η ρωμαϊκή γερουσία (senatus). Στην αρχαία Αθήνα Σ. λεγόταν, η έκτακτη σύνοδος της εκκλησίας του δήμου (σύγκλητος εκκλησία). Σ. λέγεται σήμερα το ανώτατο διοικητικό σώμα από καθηγητές των πανεπιστήμιων ή άλλων ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Η ρωμαϊκή Σ. υπήρξε το σπουδαιότερο συλλογικό όργανο για την άσκηση της εξουσίας στη ρωμαϊκή πολιτεία και άσκησε μεγάλη επίδραση στην πολιτική ζωή σε όλα τα στάδια της ρωμαϊκής ιστορίας. Σύμφωνα με την παράδοση, η Σ. ιδρύθηκε μαζί με τη βασιλεία από τον Ρωμύλο, ως συμβούλιο του βασιλιά και την αποτελούσαν εκπρόσωποι των οικογενειών των πατρίκιων, που λέγονταν patres. O αριθμός των μελών στην περίοδο της βασιλείας ήταν αρχικά 100, έπειτα 200 ενώ, αργότερα, στις αρχές της ελεύθερης πολιτείας (τέλη του 6ου αι.), οι συγκλητικοί έγιναν 300. Τα μέλη της Σ. εκλέγονταν από το βασιλιά, που έπρεπε όμως να υπολογίσει και τις υποδείξεις των φυλών καθώς και το άγραφο δίκαιο jus majorum) σύμφωνα με το οποίο ο συγκλητικός έπρεπε να έχει την ιδιότητα του πατρίκιου, τη νομική ιδιότητα του pater familias και να είναι πάνω από 45 χρόνων. Τη Σ. συγκαλούσε ο βασιλιάς και όφειλε να τη συμβουλεύεται στα θέματα της πολιτείας και, ιδιαίτερα, στα ζητήματα της θρησκείας και της εξωτερικής πολιτικής. Άλλα έργα της Σ. ήταν να κυρώνει τα ψηφίσματα της Εκκλησίας του λαού (senatus auctoritas) και σε περίπτωση που χήρευε η εξουσία, να αναπληρώνει το βασιλιά και να ορίζει αντικαταστάτη του, ωσότου η συνέλευση του λαού εκλέξει το νέο άρχοντα. Με την εγκατάσταση της δημοκρατίας το δικαίωμα της εκλογής των συγκλητικών απόχτησαν οι ύπατοι που έπρεπε να συμπληρώνουν περιοδικά τα παρουσιαζόμενα κενά ενώ οι τιμητές είχαν το δικαίωμα να αποβάλλουν τους συγκλητικούς που είχαν υποπέσει σε βαριά παραπτώματα. Αργότερα, με το plebiccitum Oviniuns, απονεμήθηκε το δικαίωμα της εκλογής των συγκλητικών στους τιμητές, η εκλογή όμως δε γινόταν πια βαθμιαία και ανάλογα με τα κενά που παρουσιάζονταν, αλλά κάθε πενταετία με την εκλογή των νέων τιμητών. Το νέο πολίτευμα επηρέασε τη σύνθεση της Σ., που διαιρέθηκε σε δύο τάξεις: τους patres από τους πατρίκιους και τους conscripti (αυτοί που έχουν προστεθεί στον κατάλογο), από τους πληβείους. Οι πληβείοι συγκλητικοί ήταν λίγοι στην αρχή, αυξήθηκαν όμως αργότερα καθώς η τάξη τους κατακτούσε δημόσια αξιώματα. Τα γενικά προνόμια των συγκλητικών ήταν να φορούν ειδικά υποδήματα (κόκκινα για τους πατρίκιους, μαύρα για τους πληβείους), να φορούν τήβεννο με πλατιές κόκκινες ταινίες (πορφυροπάρυφο) και το χρυσό δακτύλιο και να πέρνουν τιμητικές θέσεις στον ιππόδρομο και τα θέατρα. Κατά τη δημοκρατική περίοδο για να εκλεγεί κανείς συγκλητικός έπρεπε να έχει τη ρωμαϊκή ιθαγένεια, να είναι ελεύθερος και γιος ελεύθερου (ingenuus) να έχει ορισμένη περιουσία, να μην ασκεί ορισμένα επαγγέλματα και να έχει ορισμένη ηλικία που, το 180 π.Χ. ορίστηκε να είναι 27 χρόνων και επί Σύλλα 30 χρόνων. Ο Σύλλας ανέβασε επίσης τον αριθμό των συγκλητικών σε 600, ο Καίσαρ σε 900 και ο Αύγουστος τον περιόρισε πάλι στους 600. Δικαίωμα για να συγκαλέσουν τη Σ. είχαν οι ύπατοι, οι πραίτορες και οι δήμαρχοι. Οι συνεδριάσεις γίνονταν σε ειδικό χώρο συνελεύσεων (Κουρία) μερικές φορές όμως και σε κάποιο ναό. Πρόεδρος της συνεδρίασης ήταν ο άρχοντας που συγκάλεσε τη Σ. Οι συνεδριάσεις διαρκούσαν από την ανατολή μέχρι τη δύση του ήλιου και όλοι είχαν το δικαίωμα να μιλήσουν σύμφωνα με τη σειρά που γράφτηκαν στον πίνακα. Οι συγκλητικοί ψήφιζαν χωρισμένοι σε δύο ομάδες, των «υπέρ» και των «κατά» και δικαίωμα ένστασης κατά των αποφάσεων είχαν οι δήμαρχοι ή άρχοντες ανώτεροι από τον πρόεδρο. Στην αρχή της δημοκρατίας η Σ. συμμετείχε στο νομοθετικό έργο και κύρωνε τους νόμους που ψηφίστηκαν από τις λαϊκές συνελεύσεις, αργότερα όμως καταργήθηκε το δικαίωμα αυτό και περιορίστηκε στο δικαίωμα της ερμηνείας των νόμων. Η Σ. συμμετείχε επίσης στη διακυβέρνηση του κράτους ως σύμβουλος των αρχόντων και ήταν επιφορτισμένη με τον απόλυτο έλεγχο των οικονομικών και εξωτερικών υποθέσεων. Οι αποφάσεις της Σ. παρόλο που δεν ήταν τυπικά διαταγές εκτελούνταν από όλους τους άρχοντες, ακόμα και από τους ύπατους, που φοβούνταν να έρθουν σε σύγκρουση μαζί της. Η Σ. είχε πάντα τη δύναμη να επιβάλλεται σε όλους και η σχετική μονιμότητα της, σε αντίθεση με την ετήσια εξουσία των αρχόντων, αύξανε ακόμα περισσότερο τη δύναμή της. Στο τέλος της δημοκρατίας η Σ. κατάρρευσε μπροστά στις επιθέσεις του Καίσαρα, έχασε την αυτονομία της και περιορίστηκαν ουσιαστικά τα δικαιώματα της. Με την ανακήρυξη της αυτοκρατορίας, ο αυτοκράτορας που είχε και την εξουσία του τιμητή potestas censoria) μπορούσε να εκλέγει τους συγκλητικούς και να αναθεωρεί τον κατάλογο τους. Επικεφαλής της Σ. ήταν ο ίδιος και τα διοικητικά καθήκοντα της Σ. περιορίστηκαν σημαντικά. Η σπουδαιότερη πράξη της ήταν η απονομή του imperium στον αυτοκράτορα, αν βέβαια δεν την προλάβαινε ο στρατός. Διατήρησε επίσης τις αρμοδιότητες της για τα δημόσια αδικήματα, τη διοίκηση των επαρχιών, τη διαχείριση του δημόσιου ταμείου και την εποπτεία της νομισματοποιίας. Η νομοθετική της εξουσία επίσης εκτεινόταν σε πάρα πολλά θέματα. Επί Διοκλητιανού η Σ. κατάρρευσε οριστικά και ο ρόλος της πια ήταν τελείως ασήμαντος. Ο Μεγ. Κωνσταντίνος ίδρυσε στην Κωνσταντινούπολη Σ. που είχε δικαιοδοσίες παρεμφερείς με της ρωμαϊκής Σ., ιδιαίτερα σε ζητήματα θρησκευτικά και πολιτικά. Η Σ. στο Βυζάντιο διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο, ιδιαίτερα στην εκλογή των αυτοκρατόρων, στις διπλωματικές διαπραγματεύσεις και τους αγώνες της ενάντια στις θρησκευτικές αιρέσεις. Ρωμαϊκό γλυπτό που εικονίζει συγκλητικούς σε πομπούς στη διάρκεια δημόσιας εκδήλωσης.
* * *
η / σύγκλητος, -ον, ΝΜΑ, και τ. αρσ. σύνκλητος και θεσσ. τ. θηλ. συγκλείς, -εῑτος, Α [συγκαλῶ]
το θηλ. ως ουσ. η σύγκλητος
κυβερνητικό και συμβουλευτικό σώμα τής αρχαίας Ρώμης που διατηρήθηκε σε όλες τις πολιτειακές αλλαγές που συνέβησαν, καθώς και στο Βυζάντιο, υπέστη όμως αλλαγές ως προς τη σύνθεση και τις δικαιοδοσίες του
νεοελλ.
ενιαύσιο διοικητικό σώμα τών πανεπιστημίων ή άλλων ανώτατων σχολών το οποίο αποτελείται από καθηγητές τους
αρχ.
1. αυτός που συναθροίστηκε με πρόσκληση στο ίδιο μέρος για τον ίδιο σκοπό («σύγκλητον στράτευμα», Ευρ.)
2. (το αρσ. πληθ. ως ουσ.) οἱ σύγκλητοι
οι προσκεκλημένοι
3. το θηλ. ως ουσ. ἡ σύγκλητος
(ενν. βουλή) νομοθετικό σώμα διαφόρων πολιτειών, η βουλή, σε αντιδιαστολή προς την εκκλησία τού δήμου
4. φρ. α) «σύγκλητος ἐκκλησία» — έκτακτη συνέλευση την οποία συγκαλούσε ο στρατηγός, σε αντιδιαστολή προς την κυρία, την τακτική συνέλευση
β) «Σύγκλητος θεός»
(ως επιγραφή σε νομίσματα πόλεων τής Μικράς Ασίας) η γερουσία τής Ρώμης.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • σύγκλητος — called together masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σύγκλητος — η 1. νομοθετικό σώμα στην αρχαία Ρώμη: Ο Σύλλας ενίσχυσε το σώμα της συγκλήτου αυξάνοντας τον αριθμό των μελών της σε 450. 2. διοικητικό συμβούλιο πανεπιστημίου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ξύγκλητος — σύγκλητος , σύγκλητος called together masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σύγκλητον — σύγκλητος called together masc/fem acc sg σύγκλητος called together neut nom/voc/acc sg συγκλάω break pres imperat act 2nd dual συγκλάω break pres ind act 3rd dual συγκλάω break pres ind act 2nd dual συγκλάω break imperf ind act 2nd dual (homeric …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συγκλήτοιο — σύγκλητος called together masc/fem/neut gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συγκλήτου — σύγκλητος called together masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συγκλήτους — σύγκλητος called together masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συγκλήτων — σύγκλητος called together masc/fem/neut gen pl συγκλάω break pres imperat act 3rd pl (doric) συγκλάω break pres imperat act 3rd dual (doric) συγκλάω break pres imperat act 3rd pl (epic doric ionic aeolic) συγκλάω break pres imperat act 3rd dual… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συγκλήτῳ — σύγκλητος called together masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σύγκλητε — σύγκλητος called together masc/fem voc sg συγκλάω break pres imperat act 2nd pl συγκλάω break pres ind act 2nd pl συγκλάω break imperf ind act 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”